.

.

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

ΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ 559 περ. 8

984/2010 ΑΠ ( 529061)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, ΕΔΙΚΠΟΛ 2010/200)
Ακίνητα. Σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας. Προσδιορισμός των δικαιωμάτων αφ΄
ενός επί της οριζόντιας ιδιοκτησίας και αφ΄ ετέρου επί των κοινοχρήστων
μερών. Προσδιορισμός των κοινοχρήστων ή κοινοκτήτων μερών. Συμβατικός ή
νόμιμος καθορισμός αυτών. Περιεχόμενο της χρήσεώς τους. Ορια που τίθενται
στην απόλυτη χρήση των κοινοχρήστων μερών. Εννοια μεταβολής ή προσθήκης των
κοινών μερών. Στην έννοια της ακώλυτης χρήσης περιλαμβάνεται και το δικαίωμα
εμφάνισης του κτιρίου. Προσθήκες που παραβλάπτουν το δικαίωμα εμφάνισης.
Κρίση ότι οι συγκεκριμένοι ημιυπαίθριοι δεν παραβλάπτουν την εμφάνιση του
κτιρίου. Δικονομία πολιτική. Αναιρετικοί λόγοι. Εννοια "πραγμάτων" κατ΄ αρ.
559 περ. 8 ΚΠολΔ. (Επικυρώνει την υπ΄ αριθμ. 3916/2008 ΕφΑθ).

Αριθμός 984/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ` Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Διονύσιο Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο του
Αρείου Πάγου, Ελευθέριο Μάλλιο, Γεωργία Λαλούση, Ευτύχιο Παλαιοκαστρίτη και
Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 19 Φεβρουαρίου 2010,
με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: .... , 2) ...... , οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του
πληρεξουσίου δικηγόρου τους Σπυρίδωνα Σούλια και κατέθεσαν προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: ..., 2) ..... , οι οποίοι παραστάθηκαν μετά της
πληρεξουσίας δικηγόρου τους Αρτεμησίας Διδήλη και κατέθεσαν προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20/2/2005 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων,
που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις:
695/2007 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 3916/2008 του Εφετείου Αθηνών.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από
25/11/2008 αίτησή τους.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι
διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης
Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου ανέγνωσε την από 11/2/2010 έκθεσή της, με την
οποία εισηγήθηκε την απόρριψη των λόγων της από 25/11/2008 αίτησης για
αναίρεση της υπ` αριθμό 3916/2008 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.

Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, η
πληρεξούσια των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του
αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, 1, 2 παρ.1,
3, 4 παρ.1, 5 και 13 του Ν. 3741/1929 "περί ιδιοκτησίας κατ` ορόφους", ο
οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 54
ΕισΝ.Α.Κ.), προκύπτει, ότι επί οριζόντιας ιδιοκτησίας ιδρύεται κυρίως μεν
χωριστή (διηρημένη) κυριότητα επί ορόφου οικοδομής ή διαμερίσματος ορόφου,
παρεπομένως δε αναγκαστική, αυτοδικαίως κτώμενη, συγκυριότητα κατ` ανάλογη
μερίδα επί των μερών του όλου ακινήτου, των χρησιμευόντων στην κοινή από
όλους τους οροφοκτήτες χρήση. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται, κατά την
ενδεικτική στις άνω διατάξεις απαρίθμηση, το έδαφος, οι αυλές, τα θεμέλια,
οι πρωτότοιχοι, η στέγη, η πιλοτή, η είσοδος της πολυκατοικίας, οι
φωταγωγοί, οι αεραγωγοί, οι κλίμακες (σκάλες), οι τοίχοι που άπτονται
κοινόχρηστων μερών, η πρασιά, ο κήπος, η πρόσοψη -εξωτερική εμφάνιση της
πολυκατοικίας, οι κοινόχρηστες εγκαταστάσεις φωτισμού και ύδρευσης, το
λεβητοστάσιο κλπ, καθώς και κάθε άλλο πράγμα που χρησιμεύει στην κοινή των
ιδιοκτητών χρήση. Ο προσδιορισμός των κοινόκτητων και κοινόχρηστων αυτών
μερών γίνεται είτε με τη συστατική δικαιοπραξία της οροφοκτησίας" είτε με
ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ, 1, 5
και 13 του άνω ν.3741/1929. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε ισχύει ο προσδιορισμός,
που προβλέπεται από τις πιο πάνω διατάξεις ή και από τις αναγκαστικού
δικαίου πολεοδομικές διατάξεις νόμου (ΟλΑΠ 7/1992 - ΑΠ 922/1998). Περαιτέρω,
από τις διατάξεις των άρθρων 3 και 5 του ίδιου νόμου 3741/1929, σε συνδυασμό
με τα άρθρα 1002 και 1117 του ΑΚ, προκύπτει ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχει
ειδική συμφωνία μεταξύ όλων των συνιδιοκτητών (συμβολαιογραφικά
καταρτιζόμενη και υποκείμενη σε μεταγραφή) για τον τρόπο χρήσεως των
κοινόχρηστων και κοινόκτητων μερών της οικοδομής (κανονισμός), καθένας από
τους διαμερισματούχους έχει όλα τα δικαιώματα που ανήκουν στον κύριο, εφόσον
όμως η άσκηση αυτών δεν παραβλάπτει τη χρήση των άλλων ιδιοκτητών ή δεν
μειώνει την ασφάλεια αυτών ή του οικοδομήματος. Ετσι δικαιούται σε απόλυτη
χρήση του διαμερίσματος του και των κοινών πραγμάτων και μπορεί να
επιχειρήσει μεταβολές ή προσθήκες στα αδιαιρέτως κοινά μέρη του
οικοδομήματος, καθώς και να προβαίνει στην επισκευή ή ανανέωση αυτών, υπό
τον όρο να μη βλάπτει τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών, να μη
μεταβάλλει το συνήθη προορισμό αυτών και να μη παραβλάπτει τη χρήση των
άλλων ιδιοκτητών και την ασφάλεια αυτών ή του οικοδομήματος. Η ενάσκηση του
δικαιώματος κάθε συνιδιοκτήτη για απόλυτη χρήση του διαμερίσματος του και
των κοινών μερών του οικοδομήματος πρέπει να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε
να μη βλάπτονται τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών. Αυτός ο περιορισμός
δεν αφορά απλώς μόνο βλάβη του δικαιώματος τους συγχρήσεως των κοινών.

Δηλαδή, δεν διασφαλίζει μόνο την ίση και όμοια χρήση των κοινών, αλλά
απαιτεί, η χρήση να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε με αυτόν όχι μόνο να μη
βλάπτεται η χρήση των κοινών από τους λοιπούς, αλλά οποιοδήποτε δικαίωμα
αυτών από το δεσμό της οροφοκτησίας (βλ. ΑΠ 861/1994). Μεταβολή ή προσθήκη
των κοινών μερών της οροφοκτησίας νοείται ειδικότερα η βελτίωση που
αποβλέπει στην αποδοτικότερη χρήση του κοινού με τη συνδρομή των παραπάνω
προϋποθέσεων υπέρ όλων κατ` αρχήν των συνιδιοκτητών, αν δε αυτή (βελτίωση)
αφορά έναν ή ορισμένους μόνο από τους συνιδιοκτήτες, πρέπει να μην καθιστά
χειρότερη τη θέση των λοιπών. Το αν οι παραπάνω μεταβολές του κοινού μέρους
είναι επιτρεπτές ή όχι με την παραπάνω έννοια, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη
περίπτωση, ανάλογα με τις επιμέρους ανάγκες των διαιρετών ιδιοκτησιών και
τον σκοπό που εξυπηρετεί το κοινό μέρος που υφίσταται τη μεταβολή στη
λειτουργία της όλης συνιδιοκτησίας. Εξάλλου, στην κατά τις διατάξεις των
άρθρων 1000 ΑΚ και 3 παρ. 1 του Ν. 3741/1929 έννοια της απρόσκοπτης χρήσης
της χωριστής κυριότητας των οροφοκτήτων περιλαμβάνεται και το δικαίωμα της
εμφάνισης του κτιρίου, κατά τρόπο που δεν προσκρούει στην αισθητική και
αρχιτεκτονική του, ώστε οποιαδήποτε προσθήκη στην οικοδομή που παραβλάπτει
την εμφάνιση αυτή, ως γενομένη πέραν της αρχιτεκτονικής κατασκευής,
παραβλάπτει τη χρήση της ιδιοκτησίας κάθε οροφοκτήτη και είναι ανεπίτρεπτη
κατά τις διατάξεις αυτές (ΑΠ 861/1994). Εξ άλλου, ο από το αρθ. 559 αριθμ. 1
Κ.Πολ.Δ. λόγος αναίρεσης (παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου) ιδρύεται,
όταν ο κανόνας δικαίου δεν εφαρμοσθεί ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις
εφαρμογής του ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και εάν εφαρμοσθεί
εσφαλμένα. Επίσης, ο από το αρθ. 559 αριθμ. 19 λόγος αναίρεσης, για έλλειψη
νόμιμης βάσης της απόφασης, ιδρύεται όταν δεν προκύπτουν σαφώς από το
αιτιολογικό της απόφασης, τα περιστατικά που είναι αναγκαία, για την κρίση,
στη συγκεκριμένη περίπτωση, περί της συνδρομής των όρων και προϋποθέσεων,
για την εφαρμογή της εφαρμοσθείσας διάταξης, ή της μη συνδρομής των όρων
αυτών, που αποκλείουν την εφαρμογή της, όπως, επίσης και όταν η απόφαση έχει
ελλείπεις ή αντιφατικές αιτιολογίες, σε ότι αφορά το νομικό χαρακτηρισμό των
πραγματικών περιστατικών, που έγιναν δεκτά και ασκούν ουσιώδη επιρροή στην
έκβαση της δίκης, όχι δε και όταν πρόκειται για ελλείψεις που ανάγονται στην
εκτίμηση των αποδείξεων (ανάλυση - στάθμιση - αξιολόγηση του αποδεικτικού
υλικού) και στην αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος (Α.Π. 516/2005).

Ανεπάρκεια και ασάφεια αιτιολογιών υπάρχει όταν από το αιτιολογικό δεν
προκύπτουν τα πραγματικά περιστατικά, που είναι αναγκαία για τη δικαιολόγηση
της εφαρμοσθείσας διάταξης ουσιαστικού δικαίου, καθιστώντας έτσι ανέφικτο
τον αναιρετικό έλεγχο. Τέλος, για να είναι ορισμένοι οι από το αρθ. 559
αριθμ. 1 και 19 Κ.Πολ.Δ. λόγοι αναίρεσης, πρέπει, εκτός των άλλων, να
περιέχονται στο αναιρετήριο τα πραγματικά γεγονότα (παραδοχές), που δέχθηκε
το δικάσαν δικαστήριο και με βάση τις οποίες κατέληξε στην αποδοχή ή στην
απόρριψη της αγωγής ή του ισχυρισμού, ως κατ` ουσία βάσιμου ή αβάσιμου,
δοθέντος ότι η αοριστία της αναίρεσης δεν δύναται να συμπληρωθεί με
παραπομπή σε άλλο διαδικαστικό έγγραφο. Στην προκειμένη περίπτωση, το
Εφετείο, δικάζον επί της ασκηθείσας υπό των εναγομένων-νυν αναιρεσιβλήτων
έφεσης, κατά της απόφασης του Πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με την οποία είχε
γίνει δεκτή η αγωγή των εναγόντων-νυν αναιρεσειόντων, συνιδιοκτητών, όπως
και οι εναγόμενοι, οριζοντίων ιδιοκτησιών επί της ιδίας πολυόροφης
οικοδομής, δέχθηκε τα εξής, σχετικά με το ζήτημα των κατασκευών, που έχουν
κατασκευάσει οι εναγόμενοι στους εξώστες των διαμερισμάτων της ιδιοκτησίας
τους: "όπως δε συνομολογείται από όλους τους διαδίκους, η εν λόγω
πολυκατοικία αφενός στερείται κανονισμού, που να ρυθμίζει τις προκύπτουσες
από την οροφοκτησία σχέσεις τους και αφετέρου οικοδομήθηκε τμηματικά.

Συγκεκριμένα η ανοικοδόμηση ξεκίνησε πριν από το 1990 και συντελείτο
σταδιακά, ο καθένας δε από τους συνιδιοκτήτες κατά τη σταδιακή ανοικοδόμηση
δεν τήρησε τα αρχιτεκτονικά σχέδια και έκανε παρεμβάσεις στις εξωτερικές
όψεις. Ειδικότερα, το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου ιδιοκτησίας των
εναγομένων - εκκαλούντων ολοκληρώθηκε το έτος 1996 και είναι διαφορετικό από
το αντίστοιχο διαμέρισμα του δεύτερου ορόφου. Ο ημιυπαίθριος χώρος του
τρίτου ορόφου, που βρίσκεται στον εσωτερικό ακάλυπτο, κλείσθηκε εξ αρχής με
αλουμινοκατασκευή, η οποία λόγω παλαιότητας και κακής ποιότητας
αντικαταστάθηκε το έτος 2000. Ουδέποτε τοποθετήθηκε εξωτερικός τοίχος στον
ημιυπαίθριο, ο οποίος στη συνέχεια να καθαιρέθηκε. Μάλιστα το άνοιγμα της
μπαλκονόπορτας στην εξωτερική κύρια όψη της οικοδομής, στον τρίτο πάντα
όροφο, έγινε μεγαλύτερο και σε σχεδόν διπλάσιες διαστάσεις απ` αυτό του
πρώτου και δεύτερου ορόφου και αντί αλουμινίου χρησιμοποιήθηκε ξύλο για να
βρίσκεται σε αρμονία με τον εξώστη στον οποίο τοποθετήθηκε ξύλινη πέργκολα
(βλ. το προσκομιζόμενο μετ` επικλήσεως από 1991 διάγραμμα της κάτοψης του
τρίτου ορόφου που εκπόνησε ο πολιτικός μηχανικός ... και η μελετήτρια του
χώρου ..., στο οποίο ο ημιυπαίθριος χώρος έχει προσαρτηθεί στο δωμάτιο και
το άνοιγμα της μπαλκονόπορτας έχει διπλασιασθεί σε μέγεθος). Περαιτέρω,
αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι έκλεισαν και τον ημιυπαίθριο χώρο, που
εμφανίζεται στις κατόψεις της οικοδομής και βλέπει στον ακάλυπτο χώρο αυτής,
του πρώτου ορόφου και συγκεκριμένα του υπό στοιχεία Α-2 διαμερίσματός τους
με κινητή αλουμινοκατασκευή και κρύσταλλο. Οι ενάγοντες αντέδρασαν στις
παραπάνω κατασκευές των εναγομένων με καταγγελία τους μόλις το έτος 2005
στην Πολεοδομική Υπηρεσία Αθηνών, η οποία, με τις προσαγόμενες εκθέσεις
αυτοψίας έκρινε κατ` αρχήν αυθαίρετες και, ως εκ τούτου, κατεδαφιστέες τις
κατασκευές των υαλοφράκτων στους ημιυπαίθριους χώρους στον Α και Γ όροφο και
όχι στους εκ παραδρομής αναφερομένους ως εξώστες των Α-2 και Γ-1
διαμερισμάτων των εναγομένων (βλ. την με αριθμ. πρωτ. 5393/2064/31.05.2006
απάντηση σε σχετική αίτηση της δ/νσης πολεοδομίας Αθηνών - τμήμα ελέγχου
κατασκευών). Στη συνέχεια όμως μετά από την από 17.7.2007 προσφυγή των
εναγομένων - νυν εκκαλούντων στην Περιφέρεια Αττικής εκδόθηκε η με αριθμό
πρωτ. 32701/2007 αμετάκλητη απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας
Αττικής, η οποία αναγνώρισε ότι οι επίδικες επεμβάσεις στους ημιυπαίθριους
χώρους συνιστούν μικροπαραβάσεις οι οποίες σύμφωνα με το νόμο εξαιρούνται
της κατεδάφισης (βλ. τη μετ` επικλήσεως σχετική απόφαση). Ανεξαρτήτως όμως
του αν οι προεκτεθείσες κατασκευές στους ημιυπαίθριους χώρους, συνιστούν ή
όχι πολεοδομικές παραβάσεις, διότι θεωρούνται μικροπαραβάσεις, οι οποίες δεν
αλλοιώνουν ούτε υποβαθμίζουν την όψη του κτιρίου στο οποίο έχουν
κατασκευασθεί και το πέριξ αυτού φυσικό ή δομημένο περιβάλλον, όπως
αποδεικνύεται από όλο το προσκομιζόμενο αποδεικτικό υλικό και ιδιαίτερα από
τις προσκομιζόμενες εκατέρωθεν φωτογραφίες, έγιναν προς όφελος των
ιδιοκτησιών των εναγομένων - εκκαλούντων, ήτοι για λόγους υγιεινής και
προστασίας τόσο από τα εισερχόμενα όμβρια ύδατα όσο και από τα πουλιά που
κατά την διάρκεια των Χειμερινών αλλά και Καλοκαιρινών μηνών φώλιαζαν και με
δεδομένο ότι οι χώροι αυτοί δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ούτε και
προσωρινά από τους εναγομένους -ιδιοκτήτες εξαιτίας της ρυπαρότητας και
απαράδεκτης θέας από τις όμορες οικοδομές, τα χαλάσματα και τα παρατημένα
οικοδομικά υλικά που προσβάλλουν την αισθητική του μέσου ανθρώπου. Προς
τούτο τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν είναι τα ίδια με την όλη οικοδομή και
εναρμονίζονται πλήρως στην όψη των λοιπών διαμερισμάτων της οικοδομής, ενώ
διατηρήθηκαν τα κιγκλιδώματα των ημιυπαίθριων χώρων. Το κλείσιμο των
ημιυπαίθριων χώρων, που έτσι και αλλιώς είναι στεγασμένοι χώροι του κτιρίου,
βρίσκεται μέσα στο περίγραμμα της οικοδομής. Eγιναν στο πίσω μέρος της
πολυκατοικίας και βλέπουν στον ακάλυπτο χώρο αυτής. Δεν θίγησαν εξωτερικοί
τοίχοι της επίδικης οικοδομής, αφού ως προαναφέρθηκε ο τρίτος όροφος είχε
εγκλεισθεί εξ αρχής ενώ στον πρώτο όροφο από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες
αποδεικνύεται ότι ο πρωτότοιχος είναι στη θέση του. Δεν δημιουργούν
αυτοτελείς χώρους, είναι μόλις 8 τ.μ. ο καθένας με πλάτος 2,00 περίπου
μέτρα, δεν μειώνουν την ασφάλεια του οικοδομήματος και περαιτέρω ουδόλως
παραβλάπτεται η χρήση των εναγόντων - εφεσίβλητων, ως αποκλειστικών κυρίων
διαιρεμένου μέρους και συγκυρίων εξ αδιαιρέτου των κοινών πραγμάτων της
οικοδομής, αφού οι προαναφερόμενες προσθήκες έγιναν κατά τρόπο προσήκοντα
στην αισθητική και αρχιτεκτονική κατασκευή της εμφάνισης του όλου
οικοδομήματος και όχι πέραν της αρχιτεκτονικής κατασκευής, με δεδομένο
μάλιστα ότι το περιεχόμενο της αισθητικής του κτιρίου είναι αόριστο, όταν
στη συστατική πράξη της οροφοκτησίας, όπως εν προκειμένω, δεν υπάρχουν
σχέδια προσόψεων (όψεων) της οικοδομής (ούτε αναφέρονται, ούτε
προσαρτώνται), ενώ κατά την ανοικοδόμηση της κανείς από τους συνιδιοκτήτες,
ως προαναφέρθηκε, δεν τήρησε τις κατόψεις προσόψεων (όψεων). Τέλος, ούτε το
εμπράγματο δικαίωμα των εναγόντων της ιδιοκτησίας που συνάπτεται με το
δικαίωμα της συγκυριότητας τους επί του εδάφους προσβάλλουν οι ως άνω
κατασκευές, αφού οι ημιυπαίθριοι χώροι, που εδώ πρόκειται, εν αντιθέσει προς
τους εξώστες, υπολογίζονται πάντοτε στην κάλυψη της οικοδομής, αλλά δεν
προσμετρώνται στον συντελεστή δόμησης και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο
συντελεστής δόμησης και κάλυψης είχε ήδη εξαντληθεί, με συνέπεια οι
ενάγοντες από την τυχόν πολεοδομική παράβαση των εναγομένων - εκκαλούντων να
μην υφίστανται καμιά βλάβη, ούτε καν στη θέρμανση, όπως καταθέτει ο μάρτυρας
των εναγόντων, διότι όσον αφορά στη θέρμανση η οικοδομή έχει αυτονομία, ενώ
δεν αποδείχθηκε ότι έχουν προστεθεί θερμαντικά σώματα. Κατόπιν των ανωτέρω,
και ενόψει του ότι δεν υφίσταται συμφωνία μεταξύ των διαδίκων -συνιδιοκτητών
(κανονισμός) αναφορικά με τον τρόπο χρήσης των κοινόχρηστων και κοινόκτητων
μερών της ως άνω οικοδομής, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και οι
εξωτερικοί τοίχοι και οι φωταγωγοί, και καθένας εξ αυτών έχει, σύμφωνα με
όσα έχουν προαναφερθεί, το δικαίωμα να προβαίνει σε απόλυτη χρήση αυτών,
καθώς και να προβαίνει σε επισκευές ή ανανέωση τους, ακόμη και σε μεταβολές,
υπό την προϋπόθεση όμως ότι δεν μεταβάλλεται ο συνηθισμένος προορισμός τους,
δεν παραβλάπτεται η χρήση των λοιπών συνιδιοκτητών και δεν μειώνεται η
ασφάλεια των μερών αυτών ή γενικά του οικοδομήματος, στην προκείμενη
περίπτωση οι ως άνω επεμβάσεις των εναγομένων στους ημιυπαίθριους χώρους των
οριζόντιων ιδιοκτησιών τους (Α-2 και Γ-1) κατ` αρχήν δεν θίγουν τους
εξωτερικούς τοίχους της επίδικης οικοδομής και περαιτέρω δεν θίγουν ούτε το
προστατευόμενο δικαίωμα των εναγόντων - συνιδιοκτητών για απόλυτη χρήση
τούτων, στην έννοια της οποίας (απόλυτης χρήσης) εμπεριέχεται και το
δικαίωμα της κατά τρόπο προσήκοντα στην αισθητική και αρχιτεκτονική
κατασκευή της εμφάνισης του όλου οικοδομήματος άσκησης της. Ακόμη το
κλείσιμο με τζάμι και αλουμινοκατασκευή των ημιυπαίθριων χώρων δεν
μεταβάλλει το συνηθισμένο προορισμό τους, προσωρινή παραμονή ανθρώπων και
δεν μειώνει την ασφάλεια του οικοδομήματος. Επιπλέον, η διαμόρφωση της εν
λόγω πραγματικής κατάστασης όσον αφορά στον ημιυπαίθριο χώρο του τρίτου
ορόφου προήλθε από τους εναγομένους, σε χρόνο που δεν κατέστη δυνατόν να
διακριβωθεί από το δικαστήριο τούτο επακριβώς, πάντως πριν από το έτος 1996,
που ολοκληρώθηκε η κατασκευή του τρίτου ορόφου, χωρίς οι συνιδιοκτήτες -
αδέλφια των εναγομένων να διαμαρτυρηθούν ποτέ γι` αυτό με οποιαδήποτε
ενέργεια τους, δικαστική ή εξώδικη ή άλλη έκφραση της αντίθεσης τους, μέχρι
τον Ιούλιο το 2005 που τους κατήγγειλαν στην Πολεοδομία και στη συνέχεια
άσκησαν την υπό κρίση αγωγή. Αντίθετα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο
μάρτυρας πολιτικός μηχανικός ... ο πρώτος ενάγων ... ήταν παρών κατά την
κατασκευή και εκθείαζε αυτή, έτσι ώστε από τη συμπεριφορά αυτή των εναγόντων
συνιδιοκτητών, να δημιουργηθεί εύλογα στους εναγομένους η πεποίθηση ότι δεν
πρόκειται να προβάλουν οι ενάγοντες αξίωση καθαιρέσεως των ως άνω
"αυθαιρέτων" κατασκευών.

Συνεπώς η αξίωση των εναγόντων να προβούν οι εναγόμενοι στην κατεδάφιση των
"αυθαιρέτων" κατασκευών στους ημιυπαίθριους χώρους των διαμερισμάτων Α - 2
και Γ - 1 πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι οι εναγόμενοι
τοποθέτησαν στο διαμέρισμά τους με στοιχεία Α-2 του πρώτου ορόφου τέντα,
τύπου καποτίνα. Η έλλειψη κανονισμού δεν δεσμεύει κανένα από τους διαδίκους
- συνιδιοκτήτες για τον τύπο της τέντας που θα χρησιμοποιηθεί, αρκεί να μη
βλάπτει τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών του. Η κατασκευή αυτή, όπως
προκύπτει από τις προσκομιζόμενες εκατέρωθεν φωτογραφίες δεν έχει καμιά
επίπτωση στη στατική επάρκεια και στα δομικά στοιχεία του κτιρίου και δεν
αλλοιώνει την αρχιτεκτονική εμφάνιση αυτού. Οι τέντες, μάλιστα, του τύπου
"καποτίνα" σε καμία περίπτωση δεν συνιστούν σκέπαστρα, αλλά αντίθετα
πρόκειται περί καλαίσθητων σκιάστρων ειδικής και περίτεχνης κατασκευής και
προς τούτο είναι δαπανηρότερες των κλασσικών, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση
βρίσκεται σε πλήρη αισθητικό συνδυασμό με τις κλασσικές τέντες. Τέλος, δεν
παραβλάπτει καθ` οιονδήποτε τρόπο τη χρήση των λοιπών διαμερισμάτων από τους
συνιδιοκτήτες ενάγοντες, ούτε μειώνει την ασφάλεια αυτών. Ο ισχυρισμός των
εναγόντων περί δήθεν φόβου για την ασφάλεια τους είναι προσχηματικός, καθότι
από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες αποδεικνύεται ότι οι εναγόμενοι
πρωτίστως για τη δική τους ασφάλεια έχουν εγκαταστήσει κυριολεκτικά
αδιαπέραστο σιδερένιο με λόγχες διαχωριστικό, ώστε να είναι αδύνατη η
προσπέλαση από τη διπλανή ιδιοκτησία, ενώ σε καμιά περίπτωση η τοποθετηθείσα
τέντα, η οποία στηρίζεται σε δύο και μόνο βίδες επί του τοίχου, η δε
κατασκευή της από ευλύγιστες μπανέλες αλουμινίου, και προς τούτο προσήκει σε
μικρές επιφάνειες παραθύρων, δύναται να αποτελέσει κλίμακα αναρρίχησης.

Εξάλλου, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας η συγκεκριμένη τέντα σε σχέση
με τις άλλες τέντες είναι πολύ ελαφρότερη ως κατασκευή και αφενός δεν
προσφέρεται να αντέξει το βάρος ανθρώπου για αναρρίχηση και αφετέρου το
καμπύλο σχήμα της και το ύφασμα της δεν επιτρέπουν την πρόσβαση λόγω
ελαττωμένης αντοχής ούτε σε μικρόσωμο ζώο.

Συνεπώς η αξίωση των εναγόντων να προβούν οι εναγόμενοι στην καθαίρεση της
ως άνω κατασκευής πρέπει να απορριφθεί". Υπό τις, ως άνω, παραδοχές το
δικάσαν Εφετείο, έκρινε απορριπτέα, ως αβάσιμη κατ` ουσία, την αγωγή, κατά
τα, ως άνω, αιτήματά της και, αφού έκανε δεκτή την έφεση των εναγομένων,
εξαφάνισε την απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, εδίκασε και πάλι την
αγωγή, απέρριψε αυτήν, ως προς τα, ως άνω, αιτήματα και έκανε αυτήν (εν
μέρει) δεκτή, μόνον ως προς το αίτημα της αφαίρεσης της μεταλλικής
κατασκευής-στεγάστρου του φωταγωγού (αίτημα το οποίο δεν είναι αντικείμενο
της παρούσας δίκης). Με το να κρίνει έτσι το δικάσαν Εφετείο, ορθώς
ερμήνευσε και εφήρμοσε τις διατάξεις των αρθ. 1, 2, 3, 4, 5 13 του Ν
3741/9229, των αρθ. 100, 1117 Α.Κ. των αρθ. 2 32 του ΓΟΚ και δεν
παρεβίασε αυτές ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, αφού διέλαβε στην απόφασή του
επαρκείς, σαφείς και χωρίς αντίφαση αιτιολογίες, ως προς το ως άνω ζήτημα.

Επομένως, οι πρώτος, δεύτερος, τρίτος, πέμπτος και έβδομος επί μέρους λόγοι
αναίρεσης, οι οποίοι (όλοι) αναφέρονται σε επί μέρους αιτιάσεις για το ίδιο
ως άνω ζήτημα (αυθαίρετες κατασκευές-κλείσιμο ημιυπαίθριων και τέντα) με
τους οποίους αποδίδεται στο δικάσαν Εφετείο η από το αρθ. 559 αριθμ. 1
19 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια, πέραν του ότι είναι απορριπτέοι, ως απαράδεκτοι,
λόγω αοριστίας, αφού ουδόλως αναφέρεται στο αναιρετήριο ποίες είναι οι
παραδοχές της προσβαλλομένης απόφασης, εκτός από ελάχιστες, αποσπασματικές
φράσεις, είναι σε κάθε περίπτωση, απορριπτέοι και ως αβάσιμοι. Η παραβίαση
των κανόνων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθμ.
1 ΚΠολΔ, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δέχεται κενό ή ασάφεια ή
αμφιβολία, ως προς τη δικαιοπρακτική βούληση των μερών, έστω και έμμεσα και
εν τούτοις δεν προσφεύγει σε εφαρμογή των κανόνων αυτών (ΑΠ 35/1997) ή
μολονότι βεβαιώνεται στην απόφαση ότι η δήλωση βούλησης των μερών είναι
σαφής, εν τούτοις προβαίνει σε ερμηνεία της δικαιοπραξίας (ΑΠ 1456/1997),
καθώς και όταν το δικαστήριο της ουσίας, διαπιστώνει κενό η αμφιβολία και
προσφεύγει στους εν λόγω κανόνες, πλην όμως, με τη δοθείσα ερμηνεία
παραβιάζει τους κανόνες της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών.

Εξάλλου, εάν η απόφαση του δικάσαντος δικαστηρίου διαλαμβάνει επάλληλες
αιτιολογίες (κύριες ή επικουρικές) κάθε μία από τις οποίες στηρίζει
αυτοτελώς το διατακτικό και έστω και μία από αυτές δεν πλήττεται ή πλήττεται
ανεπιτυχώς (διότι απορρίπτονται οι κατ` αυτής λόγοι), οι λόγοι αναίρεσης που
πλήττουν τις υπόλοιπες είναι αλυσιτελείς. Επομένως, ο τέταρτο λόγος
αναίρεσης, με τον οποίον αποδίδεται η πλημμέλεια ότι το δικάσαν Εφετείο
παραβίασε τις διατάξεις των αρθ. 173 και 200 ΑΚ, είναι απορριπτέος, ως
απαράδεκτος, λόγω αοριστίας, διότι ουδόλως περιέχονται στο αναιρετήριο τα ως
άνω απαραίτητα, για το ορισμένο του λόγου αυτού, στοιχεία, αφού οι
αναιρεσείοντες περιορίζονται απλώς να αναφέρουν ότι υπάρχει παραβίαση των ως
άνω διατάξεων, χωρίς όμως ουδόλως να προσδιορίζεται στο αναιρετήριο σε τι
συνίσταται η παραβίαση, όπως απαιτείται, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα. Αλλά
και σε κάθε περίπτωση, είναι απορριπτέος, ως αλυσιτελής, διότι, από το
περιεχόμενο της προσβαλλομένης απόφασης προκύπτει, ότι αυτή περιλαμβάνει
πλείονες, επάλληλες αιτιολογίες, κάθε μία από τις οποίες στηρίζει αυτοτελώς
το διατακτικό και οι οποίες ανεπιτυχώς πλήττονται, μετά την απόρριψη των
αμέσως προηγουμένων λόγων αναίρεσης, των στρεφομένων κατά των λοιπών,
επάλληλων αιτιολογιών.

ΙΙ. Ο από το άρθ. 559 αριθμ. 8 Κ.Πολ.Δ. λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν το
δικαστήριο, κατ` εσφαλμένη εφαρμογή των διαδικαστικών εγγράφων, έλαβε υπόψη
πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και
ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα" νοούνται οι
αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί, που τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή
παρακώλυση του ασκουμένου με την αγωγή, ένσταση ή αντένσταση ουσιαστικού ή
δικονομικού δικαιώματος. Αντιθέτως, δεν αποτελούν "πράγματα" η άρνηση
(αιτιολογημένη ή μη) της αγωγής, της ανταγωγής ή της ένστασης (ΑΠ
1276/2005). Με τον τέταρτο, κατά το ένα μέρος αυτού, λόγο αναίρεσης
προβάλλεται η αιτίαση, ότι το δικάσαν Εφετείο υπέπεσε στην από το αρθ. 559
αρ. 8 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια, εκ του ότι έλαβε υπόψη ισχυρισμούς των
εναγομένων, οι οποίοι προτάθηκαν απαραδέκτως, το πρώτον ενώπιον του
Εφετείου, και έτσι κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα και απέρριψε την
αγωγή. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος, διότι οι
επικαλούμενοι στο αναιρετήριο ισχυρισμοί, δεν συνιστούν "πράγμα", αφού δεν
είναι αυτοτελείς ισχυρισμοί, αλλά ισχυρισμοί που αποτελούν άρνηση των
εναγομένων, προβληθέντες προς απόκρουση της βάσης της αγωγής.

Με τον όγδοο (τελευταίο) από το αρθ. 559 αριθμ. 20 Κ.Πολ.Δ., λόγο αναίρεσης
αποδίδεται η πλημμέλεια της παραμόρφωσης εγγράφου και ειδικώτερα της υπ`
αριθμ. 32701/2007 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής στην
οποία αναγράφεται ότι γίνεται δεκτή η ασκηθείσα από τους νυν αναιρεσιβλήτους
προσφυγή και ακυρώνεται η 5132/1345/19-6-2007 απόφαση, λόγω ελλειπούς
αιτιολογίας, ενώ, το δικάσαν Εφετείο, κατ` εσφαλμένη ανάγνωση του ως άνω
εγγράφου, δέχεται ότι σαυτό αναγράφεται ότι αναγνωρίζεται ότι οι επίδικες
επεμβάσεις (υαλόφρακτα) στους ημιυπαίθριους χώρους συνιστούν
μικροπαραβάσεις, οι οποίες, σύμφωνα με το νόμο, εξαιρούνται της κατεδάφισης.

Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, ως αλυσιτελής, διότι, όπως ήδη
προαναφέρθηκε και όπως σαφώς προκύπτει από το περιεχόμενο της
αναιρεσιβαλλομένης απόφασης, (αυτή (απόφαση), εκτός από την αναφερόμενη στον
προκείμενο λόγο αιτιολογία, περιέχει, για το ίδιο ζήτημα και άλλες,
επάλληλες, αιτιολογίες, κάθε μία από τις οποίες αυτοτελώς στηρίζει το
διατακτικό και οι οποίες ανεπιτυχώς πλήττονται, μετά την απόρριψη των
προηγηθέντων λόγων αναίρεσης, των στρεφομένων κατά των λοιπών, επάλληλων
αιτιολογιών. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αναίρεση στο σύνολό της
και να καταδικασθούν οι ηττηθέντες αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των
αναιρεσιβλήτων, όπως στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 25-11-2008 αίτηση των ...... και ... για αναίρεση της υπ`
αριθμ. 3916/2008 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.

Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την
οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 20 Μαΐου 2010.

Και

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 31
Μαΐου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου