.

.

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

ΠΥΛΩΤΗ ΟΧΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ, Δ/ΝΗ 2011/1414 , ΕΔΙΚΠΟΛ 2012/24)
Σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας. Δικαιώματα που δημιουργούνται αφ΄ ενός επί της χωριστής
ιδιοκτησίας και αφ΄ ετέρου επί του οικοπέδου και των κοινοχρήστων μερών. Εννοιολογικός
προσδιορισμός αφ΄ ενός του ορόφου και αφ΄ ετέρου του διαμερίσματος ορόφου. Δυνατότητα
ανεγέρσεως μελλοντικών ορόφων. Προσδιορισμός των κοινοχρήστων μερών του ακινήτου.
Πυλωτή. Καθεστώς που διέπει αυτή. Κατ΄ αρχής θεωρείται κοινόχρηστος χώρος. Προϋποθέσεις με
τις οποίες αποτελεί αυτοτελή διηρημένη ιδιοκτησία.
(Επικυρώνει την υπ΄ αριθμ. 3543/2008 απόφαση ΕφΑθ).

Αριθμός 1295/2011

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ` Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Ζιάκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, Βασιλική
Θάνου - Χριστοφίλου, Δημητρούλα Υφαντή Ιωάννα Λούκα και Βασίλειο Λαμπρόπουλο, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Φεβρουαρίου 2011, με την
παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Α. συζύγου Β. Μ., το γένος ..., κατοίκου ..., η οποία παραστάθηκε μετά του
πληρεξουσίου δικηγόρου της Άγγελου Δοκόπουλου και κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Π. Δ. του Α., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου
δικηγόρου του Ιωάννη Ηλιάδη και κατέθεσε προτάσεις, 2) Β. χήρας ..., κατοίκου ..., η οποία δεν
εμφανίστηκε στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17/2/2006 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας και την από
27/7/2006 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο
Αθηνών και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 472/2007 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου
και 3543/2008 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η
αναιρεσείουσα με την από 10/12/2009 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι
παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Βασίλειος Λαμπρόπουλος
ανέγνωσε την από 9/2/2011 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη όλων των λόγων
της από 10.12.2009 αίτησης για αναίρεση της υπ` αριθμ. 3543/2008 αποφάσεως του Εφετείου
Αθηνών.

Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος του
παραστάντα αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους
στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με το άρθρο 576 παρ.2 ΚΠολΔ αν ο αντίδικος εκείνου, που επέσπευσε τη συζήτηση, δεν
εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος σ` αυτήν με τον τρόπο κατά τον οποίο ορίζει ο
νόμος, ο Αρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και εφόσον
διαπιστώσει ότι έγινε νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του απόντα διαδίκου, προχωρεί στη
συζήτηση της υπόθεσης παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί.

Στην προκειμένη περίπτωση από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την αναιρεσείουσα
υπ` αριθ. 8802/11-11-2010 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών
..., προκύπτει ότι επικυρωμένο αντίγραφο της ένδικης αίτησης αναίρεσης μαζί με την κάτω από
αυτή πράξη ορισμού δικασίμου και κλήσης για εμφάνιση αυτής κατά τη συζήτηση της υπόθεσης,
που ορίσθηκε νόμιμα, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην απολειπομένη δεύτερη
αναιρεσίβλητη, η οποία δεν εμφανίσθηκε και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε
με δήλωση κατά το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, κατά τη σημειουμένη στην αρχή της παρούσας
δικάσιμο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου. Επομένως πρέπει
να προχωρήσει η συζήτηση της υπόθεσης που επισπεύδεται από την αναιρεσείουσα, παρά την
απουσία της δεύτερης αναιρεσίβλητης σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ και 1, 2 παρ.1, 3 παρ.1, 4 παρ.1, 5 και 13 του
.3741/1929 προκύπτει, ότι επί ιδιοκτησίας κατ`ορόφους δημιουργείται χωριστή κυριότητα επί
ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως,
κατ` ανάλογη μερίδα, επί του εδάφους και επί των μερών της οικοδομής, που χρησιμεύουν στην
κοινή χρήση όλων των οροφοκτητών. Οροφος ή διαμέρισμα ορόφου, κατά την έννοια των
ανωτέρω διατάξεων, είναι το αναποχώριστο τμήμα της οικοδομής ή του ορόφου με τα συστατικά
του και τον μέσα σ`αυτό χώρο, που περικλείεται τεχνικά, από κάτω, από τα πλάγια και από πάνω,
με τοίχους ή άλλα οικοδομικά στοιχεία, ώστε να διαχωρίζεται σαφώς από τα λοιπά (διαιρετά ή
αδιαίρετα) τμήμα της οικοδομής, και να έχει αναχθεί σε συγκεκριμένο και ανεξάρτητο τμήμα
αυτής, που είναι κατάλληλο για χωριστή και αυτοτελή οικιστική εν γένει χρήση. Μόνον οι όροφοι
και τα διαμερίσματα ορόφων, με την ως άνω έννοια, καθώς και τα εξομοιούμενα από το νόμο με
ορόφους, υπόγεια και δωμάτια κάτω από τη στέγη, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο
οριζόντιας ιδιοκτησίας.

Συνεπώς δεν είναι δυνατό να συσταθεί διαιρεμένη ιδιοκτησία σε ανοικτό χώρο, εκτός αν
προβλέπεται στη συστατική πράξη της οροφοκτησίας ή σε μεταγενέστερη συμφωνία όλων των
οροφοκτητών, που έχει μεταγραφεί νόμιμα, ότι ο χώρος αυτός πρόκειται να οικοδομηθεί, οπότε η
σύσταση διαιρεμένης ιδιοκτησίας αναφέρεται σε μελλοντικούς ορόφους ή διαμερίσματα και τελεί
υπό την αναβλητική αίρεση της κατασκευής τους (άρθρ. 201 ΑΚ). Εξ άλλου, αν ληφθεί υπόψη, ότι
η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 1002 ΑΚ και 1 του ν. 3741/1929 αποκλειστική (χωριστή) κυριότητα
ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα "superficies solo cedit" που
έχει περιληφθεί στο άρθρο 1001 εδ.α του ΑΚ, οποιοδήποτε μέρος του όλου ακινήτου, το οποίο δεν
ορίστηκε ή δεν ορίστηκε έγκυρα, με το συστατικό τίτλο της οροφοκτησίας, ότι αποτελεί
αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητας κάποιοι συνιδιοκτήτη, υπάγεται αυτοδίκαια, από το
νόμο, κατ` εφαρμογή του ανωτέρω κανόνα, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας επί
του εδάφους και θεωρείται γι` αυτό κοινόκτητο και κοινόχρηστο μέρος του ακινήτου. Περαιτέρω,
τα άρθρα 22 παρ.9 και 32 παρ.4 του ν.δ 8/1973 "Περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού" όπως
αντικαταστάθηκαν από τις παραγράφους 22 και 33 του άρθρου 1 του ν.δ. 205/1974, προέβλεψαν
για πρώτη φορά την κατασκευή της οικοδομής επί υποστηλωμάτων για τη δημιουργία στο ισόγειο
ανοικτού στεγασμένου χώρου, ο οποίος αφήνεται εξ ολοκλήρου κενός και χρησιμεύει για τη
στάθμευση αυτοκινήτων. Ο κενός αυτός χώρος του ισογείου, που ονομάστηκε πιλοτή (pilotis),
είναι εξ ορισμού ανοικτός και κατά συνέπεια ισχύουν γι` αυτόν όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω,
δηλαδή η συμφωνία των μερών να συστήσουν, σε τμήματα της πιλοτής, που θα παραμείνουν
ανοικτά, αυτοτελείς (διαιρεμένες) ιδιοκτησίες θα είναι άκυρη, ως αντικείμενη, στις αναγκαστικού
δικαίου διατάξεις, που καθορίζουν τις θεμελιακές αρχές του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας
(άρθρ. 174 ΑΚ) και συνακόλουθα τα τμήματα αυτά είναι κοινόκτητα και κοινόχρηστα. Αν όμως
προβλέπεται στην αναφερθείσα συμφωνία, ότι στα ανωτέρω τμήματα της πιλοτής θα
κατασκευαστούν κλειστοί χώροι, δημιουργούνται έγκυρα διαιρεμένες ιδιοκτησίες στους
περίκλειστους χώρους, που θα κατασκευαστούν, παρά το γεγονός, ότι η κατασκευή τους επάγεται
τυχόν υπέρβαση του ορίου κάλυψης ή του συντελεστή δόμησης και είναι πάντως αντίθετη με τις
ανωτέρω διατάξεις του ΓΟΚ/1973, αφού η παραβίαση των διατάξεων αυτών μόνο διοικητικές
κυρώσεις συνεπάγεται και δεν θίγει το κύρος της μεταξύ των οροφοκτητών συμφωνίας (ΑΠ(ολ)
583/1983). Η προσεκτεθείσα έννοια των διατάξεων για την οροφοκτησία δεν είναι αντίθετη προς
τις ειδικές ρυθμίσεις του άρθρου 1 παρ.5 εδ. α` και β` του ν. 960/1981, αλλά επιβεβαιώνεται
ουσιαστικά απ` αυτές, οι οποίες προβλέπουν, ότι προκειμένου για θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων,
που ευρίσκονται σε στεγασμένους χώρους κτιρίου το οποίο έχει υπαχθεί στο σύστημα της
διαιρεμένης ιδιοκτησίας, κάθε θέση στάθμευσης αποτελεί διαιρεμένη ιδιοκτησία, της οποίας
επιτρέπεται η αυτοτελής μεταβίβαση και σε τρίτους, που δεν έχουν σχέση με το κτίριο. Με τις
διατάξεις αυτές, δηλαδή, αναγνωρίζεται χωριστή κυριότητα και επί των θέσεων στάθμευσης
αυτοκινήτων, που δεν είναι περίκλειστοι, αλλά απλώς στεγασμένοι, κατ` εξαίρεση του κανόνα, ότι
αντικείμενο διαιρεμένης ιδιοκτησίας αποτελούν μόνο οι κλειστοί χώροι ορόφου ή διαμερισμάτων
ορόφων. Ειδικά όμως για την πιλοτή, το εδάφιο γ` της παραγράφου 5 του ανωτέρω άρθρου ορίζει,
ότι οι δημιουργούμενες στην πιλοτή θέσης στάθμευσης, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο
διαιρεμένης ιδιοκτησίας. Οι ρυθμίσεις αυτές θα ήταν ασφαλώς περιττές, αν ήταν δυνατό, με βάση
τις ισχύουσες μέχρι τότε διατάξεις, να συσταθεί οριζόντια ιδιοκτησίας επί ορισμένων ανοικτών
χώρων του κοινού ακινήτου για να χρησιμοποιηθούν ως θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων. Εν όψει
αυτών γίνεται φανερό, ότι ο χώρος της πιλοτής ή ανοικτά τμήματα του χώρου αυτού δεν είναι
δυνατό ούτε πριν από τους ν. 960/1979 και 1221/1281 να αποτελέσουν αντικείμενο διαιρεμένης
ιδιοκτησίας και κατά συνέπεια, οι χώροι της πιλοτής ανήκαν και τότε στα κοινόκτητα και
κοινόχρηστα μέρη της οικοδομής, επί των οποίων μπορούσε μόνο να παραχωρηθεί με τη
συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία ή με μεταγενέστερη συμφωνία όλων των
συνιδιοκτητών, η οποία πρέπει να καταρτιστεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί
δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης σε ιδιοκτήτες ορόφων ή διαμερισμάτων της ίδιας οικοδομής, κατ`
εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 4 παρ.1 και 13 του ν. 3741/1979 (ΑΠ (ολ) 23/2000). Τέλος,
η ρύθμιση που εισάγεται με τον εν λόγω νόμο σε σχέση με την απόκτηση και την κατάργηση
ιδιαιτέρων δικαιωμάτων χρήσης στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της υπαγόμενης στη
ρύθμισή του ιδιοκτησίας, εναρμονίζεται με την ιδιαιτερότητα της κατ` ορόφου ιδιοκτησίας και
προπαντός εξυπηρετεί την ανάγκη δημιουργίας κατάστασης σταθερότητας και ασφάλειας σε σχέση
με τα δικαιώματα των ιδιοκτητών οριζόντιων ιδιοκτησιών στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη
της ιδιοκτησίας κατ` ορόφους. Ετσι, παρέπεται, ότι οι διατάξεις αυτές ως ειδικές κατισχύον των
γενικών διατάξεων των άρθρων 785 ΕΠ. ΑΠ για την κοινωνία με συνέπεια, η κατά συγκεκριμένο
τρόπο χρήση κοινοκτήτου και κοινοχρήστου μέρους της ιδιοκτησίας κατ` ορόφους μόνο με
συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών μπορεί να επιτευχθεί και δεν μπορεί αυτή, σε περίπτωση
διαφωνίας των συνιδιοκτητών να εξαναγκαστεί με δικαστική απόφαση κατ` εφαρμογή του άρθρου
790 Α.Κ. (ΑΠ 1493/2001).

Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι όλοι οι
διάδικοι ισχυρίσθηκαν με τις αγωγές τους τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι
ιδιοκτήτες των περιγραφομένων σε αυτές οριζοντίων ιδιοκτησιών που ευρίσκονται στην
πολυκατοικία επί της οδού ... της ..., η οποία αποτελείται από το υπόγειο, ισόγειο-πιλοτή, πρώτο,
δεύτερο, τρίτο και τέταρτο όροφο, και η οποία έχει υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3741/1929 και
των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ με την υπ` αριθ. .../18-12-1984 πράξη συστάσεως οριζοντίου
ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας του συμβολαιογράφου Χαλανδρίου Κυριάκου
Αλεξάνδρου, που έχει μεταγραφεί νόμιμα. Σύμφωνα με την πράξη αυτή, η πιλοτή περιλαμβάνει,
εκτός των άλλων χώρων που χαρακτηρίζονται κοινόκτητοι και κοινόχρηστοι και μη κτισμένο
τμήμα της πιλοτής, εκτός του οποίου προβλέπεται η δημιουργία τριών (3) θέσεων στάθμευσης
αυτοκινήτου. Ότι ο χώρος που αντιστοιχεί στις ως άνω τρεις (3) θέσεις στάθμευσης κτίστηκε
παράνομα από τους εναγομένους και ήδη αναιρεσίβλητους, αυθαίρετο κτίσμα εμβαδού 24,50 τ.μ.
το οποίο χρησιμοποιούν ως κατοικία. `Ότι συνεπεία των ανωτέρω οι ένοικοι της ως άνω
πολυκατοικίας σταθμεύουν τα τρία (3) αυτοκίνητα στον ακάλυπτο χώρο (πρασιά) και το τέταρτο
στο χώρο της κοινόχρηστης εισόδου. Ζήτησαν δε με τις αγωγές τους αμφότερα τα διάδικα μέρη,
μεταξύ των άλλων, α) να διαταχθεί η κατεδάφιση του ανωτέρω αυθαιρέτου κτίσματος, β) να
καθοριστούν από το δικαστήριο, κατ` άρθρο 790 ΑΚ, λόγω ασυμφωνίας των διαδίκων-
συνιδιοκτητών, κατά θέση και επιφάνεια οι δύο από τις τρεις (3) συνολικά προβλεπόμενες, κατά τα
ανωτέρω, θέσεις στάθμευσης αυτοκίνητων επί της πιλοτής της πολυκατοικίας, γ) να καθοριστεί μία
επί πλέον θέση στάθμευσης αυτοκινήτου (4η) εντός του ακαλύπτου κοινοχρήστου χώρου
(πρασιάς) της πολυκατοικίας, δ) να καθοριστεί η, από τους διαδίκους-συνιδιοκτήτες, χρήση των
τριών προβλεπομένων θέσεων στάθμευσης στην πιλοτή και της μιας στον ακάλυπτο χώρο της
πολυκατοικίας, έτσι ώστε η κάθε μία από τις τέσσερες οριζόντιες ιδιοκτησίες που υπάρχουν σε
αυτή να αντιστοιχεί η αποκλειστική χρήση μιας από τις ως άνω θέσεις στάθμευσης και ε)
επικουρικά, να καθοριστεί η χρήση των υφισταμένων τριών θέσεων στάθμευσης στην πιλοτή, η δε
τρίτη θέση στάθμευσης ότι θα χρησιμοποιείται, κατ`αποκλειστικότητα, από καθένα από τους
διαδίκους ανά έτος, αρχομένου από την κατεδάφιση του ως άνω αυθαιρέτου κτίσματος.

Ακολούθως, το Εφετείο έκρινε ότι η κατά συγκεκριμένο τρόπο χρήση κοινοκτήτου και
κοινοχρήστου μέρους της κατ`ορόφου ιδιοκτησίας μόνο με συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών
δύναται να επιτευχθεί και δεν μπορεί αυτή σε περίπτωση διαφωνίας των συνιδιοκτητών να
εξαναγκαστεί με δικαστική απόφαση, κατ`εφαρμογή του άρθρου 790 ΑΚ.

Συνεπώς το Εφετείο που αποφάνθηκε ότι τα ανωτέρω αγωγικά αιτήματα των ενδίκων αγωγών
δεν ήταν νόμιμα, δεν παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ.1, 13 του ν. 3741/1929 και 790
ΑΚ και πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος, ο από το άρθρο 559 αριθ.1 ΚΠολΔ αναιρετικός λόγος,
κατά το μέρος του, με το οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για παραβίαση των
διατάξεων αυτών.

Κατά το άρθρο 216 ΚΠολ η αγωγή, εκτός άλλων στοιχείων, πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των
γεγονότων, που θεμελιώνουν κατά το νόμο αυτή και δικαιολογούν την άσκηση της από μέρους
του ενάγοντος κατά του εναγομένου. Σε αντίθετη περίπτωση η αγωγή είναι αόριστη και το
δικαστήριο οφείλει να την απορρίψει από το λόγο αυτό, έστω και αν μνημονεύεται ο νομικός
κανόνας ή νομική αρχή, με την οποία ζητείται η παραδοχή του αιτήματος που υποβλήθηκε.

Εξάλλου, ο από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως για μη κήρυξη παρά το
νόμο απαραδέκτου, ιδρύεται και όταν το δικαστήριο, θεωρεί ορισμένο την ποιοτική ή ποσοτική
αόριστη αγωγή, δηλαδή την αγωγή στην οποία δεν εξειδικεύονται με πληρότητα τα πραγματικά
περιστατικά, που αποτελούν την προϋπόθεση εφαρμογής του κανόνα δικαίου ή εκείνη που
μνημονεύει απλά τα στοιχεία του νόμου χωρίς αναφορά σε περιστατικά.

Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα με τον πρώτο υπό στοιχ. β` λόγο αναίρεσης, ζητεί
την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης του Εφετείου, επικαλούμενη παραβίαση από το
άρθρο 559 αριθ.14 ΚΠολΔ, αποδίδοντας την αιτίαση οι παρά το νόμο δεν απέρριψε την αγωγή ως
αόριστη λόγω του ότι οι αναιρεσίβλητοι δεν αναφέρουν σ` αυτήν το σημείο της πράξης σύστασης
οριζοντίου ιδιοκτησίας που προβλέπεται η ύπαρξη ταράτσας στον τέταρτο όροφο της
πολυκατοικίας και ο δήθεν κοινόχρηστος διάδρομος που επιτρέπει στους ενοίκους της
πολυκατοικίας να βγαίνουν από τον κλιμακοστάσιο στην ταράτσα. Ο λόγος αυτός αναίρεσης είναι
απορριπτέος, ως αβάσιμος διότι τα επικαλούμενα με τον λόγο αυτόν περιστατικά δεν ήταν
αναγκαία για τη θεμελίωση της ιστορικής βάσης της αγωγής και κατ` επίκληση για το ορισμένο
αυτής.

Από τις διατάξεις του άρθρου 559 αριθ.1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι λόγος αναίρεσης για παραβίαση
κανόνα δικαίου ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμοστεί ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής
του αν εφαρμοστεί ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, αντιστοίχως, δε όταν
στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά
περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του
πραγματικού του κανόνα δικαίου με την επέλευση της απαγγελθείσης έννομης συνέπειας ή την
άρνησή τη. Εξ άλλου, κατά την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται
καταχρηστικά και όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική
κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το μεσολαβήσαν χρονικό διάστημα δεν δικαιολογούν την
μεταγενέστερη άσκηση του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού
ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή καταστάσεως που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές
συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για
τον υπόχρεο. Απαιτείται δηλαδή, για να χαρακτηριστεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος
να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο από τη συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση με εκείνη
του υποχρέου και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το
δικαίωμά του, η μεταγενέστερη δε επιδίωξη από αυτόν ανατροπής της καταστάσεως που
δημιουργήθηκε να συνεπάγεται επαχθείς επιπτώσεις για τον υπόχρεο. Επίσης, οι πράξεις του
υποχρέου και η κατάσταση πραγμάτων που διαμορφώθηκε υπέρ αυτού να τελούν σε αιτιώδη
σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου, αφού κατά τους κανόνες της καλής
πίστης τις συνέπειες που απορρέουν από πράξεις άσχετες προς αυτή τη συμπεριφορά δεν
συγχωρείται να προβάλλονται προς απόκρουση του δικαιώματος. Το ζήτημα δε αν οι συνέπειες
που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να
αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος
του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποιήσεως του δικαιώματός του (ΑΠ (ολ)
321/2002).

Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του απέρριψε, ως
ουσιαστικά αβάσιμη, την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος της αναιρεσείουσας
που παραδεκτά προέβαλε προς αντίκρουση της αξίωσης των αναιρεσιβλήτων για αναίρεση του
σιδερένιου κιγκλιδώματος στο κλιμακοστάσιο μεταξύ δευτέρου και τρίτου ορόφου της
πολυκατοικίας, με την αιτιολογία ότι η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος δεν υπερβαίνει τα
αξιολογικά κριτήρια του άρθρου 281 ΑΚ καθόσον η τοποθέτηση του κιγκλιδώματος στο
κλιμακοστάσιο, μεταξύ των ως άνω ορόφων, για την προστασία του εικοσιπεντάχρονου νέου της,
έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του έτους 2006, μετά την έναρξη της αντιδικίας των διαδίκων. Με την
κρίση του αυτή το Εφετείο δεν παραβίασε ευθέως με εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή την
ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. Επομένως, ο περί του αντιθέτου πρώτος υπό
στοιχ. 1 γ` λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πρέπει να απορριφθεί ως
αβάσιμος.

Κατά την διάταξη του άρθρου 559 αριθ.1 εδ. β` ΚΠολΔ, η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής
πείρας αποτελεί λόγο αναιρέσεως μόνον αν τα διδάγματα αυτά αφορούν ερμηνεία κανόνων
δικαίου, ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ` αυτούς. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται,
ότι η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, δηλαδή των γενικών και αφηρημένων αρχών
για την εξέλιξη των πραγμάτων, που αντλούνται από την εμπειρική πραγματικότητα, με την
βοήθεια της επιστημονικής έρευνας ή της επαγγελματικής ενασχολήσεως, δημιουργεί λόγο
αναιρέσεως μόνον όταν αυτά αφορούν στην ερμηνεία κανόνων δικαίου ή στην υπαγωγή των
πραγματικών γεγονότων σ` αυτούς, όχι όμως και όταν χρησιμεύουν προς συναγωγή δικαστικών
τεκμηρίων, εκτίμηση των αποδείξεων ή την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των
προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων.

Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο υπό στοιχ. δ` λόγο αναιρέσεως αποδίδεται στην
προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθ.1 εδ. β` του άρθρου 559 ΚΠολΔ, για
παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας, επειδή το Εφετείο δεν συνήγαγε δικαστικό τεκμήριο
από το προσαρτημένο στην υπ` αριθ.../1984 πράξη συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας του
συμβολαιογράφου Χαλανδρίου Κυριακού Γεωργίου, σχεδιάγραμμα του τετάρτου ορόφου, στο
οποίο αποτυπώνεται ότι δεν υφίσταται κοινόχρηστος διάδρομος στον τέταρτο όροφο από τον
οποίο να μπορεί κάποιος να έχει πρόσβαση στη βατή επιφάνεια του ορόφου αυτού. Ο λόγος αυτός
αναιρέσεως είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως απαράδεκτος, διότι τα επικαλούμενα, με το
αναιρετήριο διδάγματα της κοινής πείρας, ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς την
ύπαρξη ή μη κοινόχρηστου διαδρόμου και όχι στην ερμηνεία των κανόνων ουσιαστικού δικαίου,
που εφαρμόσθηκαν ή στην υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ` αυτούς. Κατά το άρθρο 559
αριθ.1 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται, αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο
περιλαμβάνονται και αυτοί των άρθρων 173 και 200 ΑΚ. Οι εν λόγω κανόνες εφαρμόζονται σε κάθε
περίπτωση που υπάρχει κενό στη σύμβαση ή αμφιβολία για τις βουλήσεις που δηλώθηκαν. Η
διαπίστωση από το δικαστήριο της ουσίας της ύπαρξης κενού ή αμφιβολίας δεν υπόκειται στον
έλεγχο του Αρείου Πάγου. Αν όμως αυτό διαπιστώσει έστω και έμμεσα, την ύπαρξη κενού η
αμφιβολίας, η παράλειψη του να προσφύγει στους ερμηνευτικούς κανόνες, που καθιερώνουν οι
διατάξεις των ανωτέρω άρθρων, προς ανεύρεση της αληθινής βούλησης των συμβαλλομένων
ιδρύει τον ανωτέρω λόγο. Τούτο συμβαίνει και όταν, παρόλο που το δικαστήριο της ουσίας
βεβαιώνει στην απόφαση ότι η δήλωση βουλήσεως είναι σαφή, εν τούτοις προβαίνει σε ερμηνεία της
δικαιοπραξίας, χωρίς να προσφύγει στους ανωτέρω ερμηνευτικούς κανόνες (ΑΠ (ολ) 26/2004).

Στην προκειμένη περίπτωση, η αναιρεσείουσα με τον πρώτο υπό στοιχ. δ` λόγο αναίρεσης
προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ.1 ΚΠολΔ, πλην
όμως δεν επικαλείται στο αναιρετήριο ότι το Εφετείο διεπίστωσε την ύπαρξη κενού ή αμφιβολίας
στα συγκεκριμένα άρθρα του κανονισμού της πολυκατοικίας, αναφορικά με την τοποθέτηση των
τζακιών και τη διέλευση των καπναγωγών και παρέλειψε να προσφύγει στους ως άνω
ερμηνευτικούς κανόνες των δικαιοπραξιών. Επομένως, πρέπει ο λόγος αυτός να απορριφθεί ως
απαράδεκτος.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.20 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο
παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου, με το να δεχθεί πραγματικά γεγονότα προφανώς
διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στο έγγραφο αυτό. Παραμόρφωση, κατά την έννοια της
ως άνω διατάξεως, συντρέχει όταν υπάρχει διαγνωστικό σφάλμα του δικαστηρίου της ουσίας,
δηλαδή λάθος στην ανάγνωση του κειμένου του εγγράφου (ΑΠ (ολ) 1/1999). Η παραμόρφωση
μπορεί να γίνει θετικά, με τη μεταβολή του κειμένου του εγγράφου ή αρνητικά με την παράλειψη
χρήσιμων περικοπών. Εξ άλλου, ο ανωτέρω λόγος ιδρύεται όταν το δικαστήριο μόρφωσε τη
γνώμη του αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από το περιεχόμενο του εγγράφου και όχι όταν το
συνεκτίμησε μαζί με τις άλλες αποδείξεις, χωρίς να εξαίρεται το έγγραφο ως προς το πόρισμα περί
υπάρξεως ή μη του αποδεικτικού γεγονότος. Δεν ιδρύεται, επίσης, ο ανωτέρω λόγος, στην
περίπτωση που το δικαστήριο από την εκτίμηση και αξιολόγηση του αληθινού περιεχομένου του
εγγράφου, έστω και εσφαλμένως καταλήγει σε συμπέρασμα αντίθετο από εκείνο που θεωρεί ορθό
ο αναιρεσείων, γιατί τότε πρόκειται για αιτίαση σχετική με την εκτίμηση πραγμάτων, η οποία δεν
ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο. Με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης, από τον αριθ. 20 του άρθρου 559
ΚΠολΔ η αναιρεσείουσα προβάλλει στην αιτίαση ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο της
υπ` αριθ. .../1984 πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας του
συμβολαιογράφου Χαλανδρίου Κυριάκου Αλεξάνδρου, γιατί δέχθηκε ότι ο όρος "Βατή Επιφάνεια"
ισοδυναμεί με κοινόχρηστο διάδρομο και ότι επιτρέπεται στην εξωτερική πλευρά κάθε ιδιοκτησίας
αδιακρίτως η διέλευση καπναγωγών. Από την προσβαλλόμενη όμως απόφαση προκύπτει ότι το
Εφετείο προς συναγωγή του αποδεικτικού πορίσματός του, αναφορικά με την ύπαρξη
κοινόχρηστου διαδρόμου, στον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας, συνεκτίμησε το ανωτέρω
έγγραφο μαζί με τα υπόλοιπα προσκομισθέντα έγγραφα, αλλά και με τις καταθέσεις των
εξετασθέντων στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου μαρτύρων. Επομένως ο λόγος
αυτός αναίρεσης είναι απαράδεκτος. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.11 περ. γ`
του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που
οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Για την ίδρυση του λόγου αυτού αρκεί και η ύπαρξη
αμφιβολιών για το αν λήφθηκε υπόψη συγκεκριμένο μέσο απόδειξης. Δεν ιδρύεται όμως ο λόγος
αυτός, αν από τη γενική μνεία ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα κατ` είδος έστω αναφερόμενα
αποδεικτικά μέσα, σε συνδυασμό με το υπόλοιπο περιεχόμενο της απόφασης, καθίσταται βέβαιο ότι
λήφθηκε υπόψη συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο που επικαλείται ο αναιρεσείων.

Στην προκειμένη περίπτωση με τον τέταρτο λόγο αναίρεσης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην
προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ.11 περ. γ` ΚΠολΔ, ισχυριζόμενη ότι
το Εφετείο για τον σχηματισμό του αποδεικτικού του πορίσματος δεν έλαβε υπόψη το
προσαρτώμενο στην υπ` αριθ. .../1984 πράξη σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού
πολυκατοικίας του συμβολαιογράφου Χαλανδρίου Κυριάκου Αλεξάνδρου, σχεδιάγραμμα κάτοψης
του τετάρτου εν εσοχή ορόφου της αρχιτέκτονος-μηχανικού Ι. Χ.. Από την επισκόπηση όμως της
προσβαλλόμενης απόφασης και ειδικότερα από την περιεχομένη σε αυτή γενική μνεία ότι έλαβε
υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα καθώς και τα έγγραφα, που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι
διάδικοι, σε συνδυασμό με το όλο περιεχόμενο της απόφασης, δε γεννάται αμφιβολία ότι το Εφετείο
έλαβε υπόψη και εξετίμησε με τις υπόλοιπες αποδείξεις και το έγγραφο αυτό. Επομένως, είναι
απορριπτέος, ως αβάσιμος, ο λόγος αυτός της κρινομένης αίτησης αναίρεσης. Τέλος, κατά τη
διάταξη του άρθρου 559 αριθ.19 ΚΠολΔ, λόγος για έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης ιδρύεται
όταν δε προκύπτουν σαφώς από το αιτιολογικό της τα περιστατικά που συγκροτούν το
πραγματικό του κανόνα ουσιαστικού δικαίου ο οποίος εφαρμόστηκε (υπαγωγικός συλλογισμός),
ώστε καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής της διάταξης, καθώς
και όταν η απόφαση έχει ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες στο νομικό χαρακτηρισμό των
πραγματικών περιστατικών, τα οποία έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της
δίκης. Αντίθετα δεν υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσης, όταν πρόκειται για ελλείψεις αναγόμενες στην
εκτίμηση των αποδείξεων και μάλιστα στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του εξαγόμενου
απ`αυτές πορίσματος, γιατί στην κρίση του αυτή το δικαστήριο προβαίνει ανέλεγκτα κατά το
άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, εκτός αν δεν είναι σαφές το πόρισμα και για το λόγο αυτό γίνεται
αδύνατος ο αναιρετικός έλεγχος.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε,
ανελέγκτως, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά αναφορικά με την εναπόθεση αντικειμενικών
(καυσοξύλων) στα κλιμακοστάσιο και την παρεμπόδιση ιδιοκτητών ή ενοίκων διαμερισμάτων της
πολυκατοικίας για πρόσβαση στην ταράτσα, καθώς και την τοποθέτηση και διέλευση των
καπναγωγών τα εξής: "... Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα-εναγομένη (ήδη αναιρεσείουσα)
προέβη στις ακόλουθες ενέργειες ... β) Έχει εναποθηκεύσει ξύλα για το τζάκι καθώς και διάφορα
άλλα αντικείμενα στο κλιμακοστάσιο στο τμήμα που οδηγεί στην ταράτσα του πέμπτου ορόφου
(ταράτσα του κτιρίου) καθιστώντας ανεπίτρεπτη την πρόσβαση σ` αυτήν ... . Επίσης υποχρεούται
έκαστος συνιδιοκτήτης να ανέχεται την κατασκευή και διέλευση καπναγωγών τζακιών εις την
εξωτερική πλευρά της ιδιοκτησίας του ... Η ρύθμιση αυτού του κανονισμού, έχουσα το χαρακτήρα
δουλείας είναι έγκυρη και δεσμευτική για τους συνιδιοκτήτες της συγκεκριμένης πολυκατοικίας
μεταξύ των οποίων είναι και η ενάγουσα-εναγομένη ... Επομένως η ενάγουσα-εναγομένη είναι
υποχρεωμένη να ανεχθεί την τοποθέτηση δύο καπναγωγών τζακιών στους εξώστες των
διαμερισμάτων της (τρίτου και τετάρτου ορόφου) και συνεπώς η άρνηση της είναι ενέργεια
αντισυμβατική. Ο ισχυρισμός της τελευταίας ότι οι καπναγωγοί αυτοί πρέπει να τοποθετηθούν
στην πίσω πλευρά της πολυκατοικίας διότι η διέλευση τους από την πρόσοψη θα έχει ως
αποτέλεσμα την αλλοίωση και την αισθητική υποβάθμιση της πολυκατοικίας που απαγορεύεται
από τον κανονισμό κρίνεται αβάσιμος ...". Κρίνοντας έτσι το Εφετείο ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε
τις προαναφερόμενες διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου και διέλαβε στην απόφασή του, ως προς
τα ανωτέρω ζητήματα, επαρκείς, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες. Οι αιτιολογίες αυτές
επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή των διατάξεων που εφαρμόσθηκαν
και δεν στέρησε την απόφασή του, ως προς τα ανωτέρω ζητήματα από νόμιμη βάση. Επομένως, ο
περί του αντιθέτου τρίτος λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθ.19 ΚΠολΔ πρέπει να
απορριφθεί ως αβάσιμος. Κατ` ακολουθίαν όλων των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η ένδικη
αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα, λόγω της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα
του παρισταμένου αναιρεσιβλήτου (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 10-12-2009 αίτηση της Α. Μ. για αναίρεση της υπ` αριθ. 3543/2008
αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.

Και

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του πρώτου αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει
στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Απριλίου 2011.

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στις 22 Ιουλίου 2011.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου